Δωροδοκία – Δωροληψία στο Δημόσιο Τομέα. Πρόκειται για εγκλήματα που προσβάλλουν κατεξοχήν το έννομο αγαθό της διατήρησης της εμπιστοσύνης των πολιτών στην καλή λειτουργία και την καθαρότητα της υπηρεσίας, που θίγεται από τις ενέργειες ή τις παραλείψεις υπαλλήλων που ανάγονται στα καθήκοντά τους. Είναι κυρίως γνήσια ιδιαίτερα εγκλήματα, δεδομένου ότι διαπράττονται δια υπαλλήλου, εξαιρουμένης της ενεργητικής δωροδοκίας. Προστατευόμενο έννομο αγαθό είναι η καθαρή και ακέραιη λειτουργία της υπηρεσίας και η εμπιστοσύνη των πολιτών σε αυτή.
Στο άρθρο 235 παρ. 1 Π.Κ. ορίζεται το αδίκημα της δωροληψίας, τελούμενο από υπάλληλο, η πράξη του οποίου όμως σχετίζεται με την άσκηση των καθηκόντων του χωρίς να αντίκειται σε αυτά.
Για την πλήρωση της αντικειμενικής υπόστασης απαιτείται, πρώτιστα, η ύπαρξη της ιδιότητας του υπαλλήλου στο πρόσωπο του δράστη.
Έπειτα, απαιτείται η ύπαρξη απαίτησης ή λήψης από το δράστη άμεσα ή μέσω τρίτου, για τον εαυτό του ή για άλλον, οποιασδήποτε φύσης ωφέλημα, ή αποδοχή υπόσχεσης οποιασδήποτε φύσης αθέμιτου ωφελήματος. Πρόκειται για παράνομες αμοιβές, εξυπηρετήσεις ή οποιοδήποτε άλλο αντάλλαγμα μπορεί να ζητήσει ο υπάλληλος προκειμένου να ενεργήσει υπέρ του δότη ή άλλου, τρίτου προσώπου, με τρόπο όμως που δεν αντίκειται στα υπηρεσιακά του καθήκοντα. Φυσικά, δεν εντάσσεται οποιαδήποτε παροχή ελάχιστης αξίας ή συμβολικού χαρακτήρα, στην οποία ο ενδιαφερόμενος πολίτης μπορεί να προβεί ως επίδειξη φιλοφροσύνης ή ευπρέπειας προς τον υπάλληλο, με την εκάστοτε περίπτωση να αναγνωρίζεται ως τέτοια, in concreto από το δικαστή. Περαιτέρω, ωφέλημα συνιστά κάθε χαριστική παροχή υλικής ή μη φύσης σε όφελος του δράστη επί της οποίας αυτός δεν έχει νόμιμη αξίωση. Είναι δε αδιάφορο το ποιος από τους δύο εμπλεκόμενους είχε τη σχετική πρωτοβουλία. Απαίτηση δώρων είναι η μονομερής αξίωση του υπαλλήλου για παροχή δώρων που δύναται να γίνει ευθέως από τον ίδιο ή μέσω άλλου. Λήψη ωφελημάτων από τον υπάλληλο καταφάσκεται επί πραγματικής αποδοχής προσφερόμενου ή αξιούμενου δώρου που περιήλθε με οποιονδήποτε τρόπο σε αυτόν, ακόμη και με την απραξία του που δεν εξηγείται κατ’ άλλον τρόπο και τη συμπεριφορά του που γενικά δηλώνει τη θέληση να καρπωθεί το όφελος. Αποδοχή υπόσχεσης αθέμιτων ωφελημάτων υπάρχει, όταν ο υπάλληλος αποδέχεται υπόσχεση μελλοντικής παροχής.
Επιπρόσθετα, για την πλήρωση της αντικειμενικής υπόστασης, θα πρέπει ο υπάλληλος να απαιτεί ή να λαμβάνει προκειμένου να ενεργήσει ή να παραλείψει να ενεργήσει όπως επιτάσσουν τα καθήκοντά του, η δε ενέργεια ή παράλειψη να είναι μελλοντική ή ήδη τελειωμένη. Πρέπει δηλαδή να υπάρχει μεταξύ αποδοχής ή απαίτησης δώρων και ενέργειας ή παράλειψης του υπαλλήλου συνειδητή εξάρτηση και ως προς τα δύο μέρη, ανεξαρτήτως αν πραγματοποιήθηκε ή όχι η μέλλουσα ενέργεια ή αν ο δράστης αποσκοπούσε ή όχι να εκτελέσει την εν λόγω ενέργεια.
Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι η διατύπωση «σε σχέση με την άσκηση των καθηκόντων του» καλύπτονται και πράξεις που δεν ανάγονται στο στενό κύκλο των ανατεθειμένων στον υπάλληλο αρμοδιοτήτων, αλλά που αυτός μπορεί να διαπράξει επ’ ευκαιρία της εκτελέσεως των καθηκόντων του ή επωφελούμενος από τη θέση που κατέχει.
Δωροδοκία – Δωροληψία στο Δημόσιο Τομέα – Ως προς την υποκειμενική υπόσταση, απαιτείται δόλος του δράστη, αρκούμενου και του ενδεχόμενου δόλου.
Για την εν λόγω πράξη, προβλέπεται ποινή φυλάκισης και χρηματική ποινή.
Στο άρθρο 235 παρ. 2 Π.Κ. ορίζεται το αδίκημα της δωροληψίας για πράξη υπαλλήλου η οποία αντίκειται στα καθήκοντά του. Εν αντιθέσει με τα παραπάνω εκτεθέντα, θεωρείται ότι η πρόθεση εκτροπής της υπηρεσιακής λειτουργίας προς αποτέλεσμα διαφορετικό από αυτό στο οποίο θα οδηγούσαν οι δέουσες υπηρεσιακά ενέργειες, συνιστά σημαντικά σοβαρότερη βλάβη του εννόμου αγαθού της απρόσκοπτης λειτουργίας της δημόσιας υπηρεσίας και για το λόγο αυτό τιμωρείται βαρύτερα. Έτσι, απειλείται για τον υπάλληλο ποινή κάθειρξης έως 10 έτη και σωρευτικά χρηματική ποινή.
Στο άρθρο 236 παρ. 1 Π.Κ. τυποποιείται το αδίκημα της ενεργητικής δωροδοκίας. Οι πράξεις του δωροδότη τιμωρούνται με ποινές μικρότερες από τις αντίστοιχες πράξεις του δωρολήπτη. Για να καταφάσκονται οι αντικειμενικές προϋποθέσεις του νόμου στο πρόσωπό του, θα πρέπει ο δράστης να προσφέρει, να υπόσχεται ή να παρέχει οποιασδήποτε φύσης αθέμιτο ωφέλημα σε υπάλληλο, για τον εαυτό του ή άλλον. Θα πρέπει όμως αυτή η ενέργεια (ή η παράλειψη) του τελευταίου να γίνεται αναφορικά με την άσκηση των καθηκόντων του, μελλοντική ή ήδη τελειωμένη. Σημειωτέον ότι κάθε περίπτωση παθητικής δωροδοκίας συνιστά και ενεργητική δωροδοκία και η δεύτερη δε συνιστά συμμετοχή στην πρώτη, αλλά είναι ιδιαίτερο έγκλημα που διατηρεί τη δική του αυτοτέλεια. Αν η δωροδοκία που τελείται γίνεται σε σχέση με την άσκηση των καθηκόντων του υπαλλήλου, εκείνος τιμωρείται με φυλάκιση έως 3 έτη ή χρηματική ποινή. Αν έλαβε χώρα κατά παράβαση των καθηκόντων του, εξ αυτού του λόγου προβλέπεται μεγαλύτερο αξιόποινο για την πράξη και συγκεκριμένα κάθειρξη έως 8 έτη και χρηματική ποινή, καθότι γίνεται κακουργηματική.
Αξιόποινο δωροδοκίας προβλέπεται στο άρθρο 236 παρ. 3 Π.Κ., για τα διευθυντικά στελέχη νομικών προσώπων.
Ειδικότερα, τιμωρούνται όσοι εξ αυτών των προσώπων με δόλο δεν απέτρεψαν την παραβίαση συγκεκριμένων καθηκόντων επιμελείας από πρόσωπο που τελεί υπό τις εντολές τους, από αμέλειά τους, κι εφόσον η πράξη αυτή δεν τιμωρείται βαρύτερα από άλλη διάταξη. Η ποινή που επισύρεται είναι φυλάκιση έως 2 έτη ή χρηματική ποινή.
Αυξημένο αξιόποινο προβλέπεται τέλος, για τη δωροδοκία όταν τελείται από δικαστικό λειτουργό, στο άρθρο 237 Π.Κ.. Στην έννοια αυτή υπάγονται όσοι εκτελούν δικαστικά καθήκοντα σε κάποια υπόθεση, ο διαιτητής, οι μόνιμοι ή ισόβιοι λειτουργοί όλων των κλάδων της δικαιοσύνης, οι ένορκοι, οι εισηγητές και οι εντεταλμένοι δικαστές. Η πράξη μπορεί να λάβει χώρα, από τη μία, κατά την άσκηση των καθηκόντων των προσώπων αυτών. Καλύπτονται και οι περιπτώσεις καθηκόντων που δεν περιέχουν κρίση υποθέσεως, όπως είναι η άσκηση ποινικής δίωξης, η διενέργεια ανακριτικών πράξεων κ.λπ. Η προβλεπόμενη ποινή για την πράξη του άρθρου 237 παρ. 1 Π.Κ. είναι κάθειρξη και χρηματική ποινή. Η διάταξη του άρθρου 237 παρ. 2 Π.Κ. τιμωρεί τρίτο πρόσωπο το οποίο ανεξαρτήτως ιδιότητας, υπόσχεται ή παρέχει ωφελήματα σε κάποιο δικαστικό λειτουργό, με ποινή κάθειρξης έως δέκα έτη και χρηματική ποινή.
Και σε αυτή την περίπτωση, προβλέπεται στην παράγραφο 3 αξιόποινο για τα διευθυντικά στελέχη, και μάλιστα φυλάκιση και χρηματική.
Τα εγκλήματα της δωροδοκίας είναι τετελεσμένα από την απαίτηση ή την προσφορά κ.λπ. του αθέμιτου ωφελήματος. Δεν ενδιαφέρει εάν ο δράστης αποσκοπούσε να προβεί στη μελλοντική ενέργεια ή την υλοποίησε, διότι πρόκειται για εγκλήματα αφηρημένης διακινδύνευσης. Απόπειρα είναι νοητή σε σπάνιες περιπτώσεις όπως π.χ. εάν ο δράστης έστειλε την επιστολή με την οποία προτείνει το δώρο, αλλά εκείνη ποτέ δεν περιήλθε στον παραλήπτη.
Τέλος, αξιομνημόνευτη είναι και η διάταξη του άρθρου 237Β Π.Κ., κατά την οποία καλύπτονται από την έννοια του υπαλλήλου και όσοι υπηρετούν μόνιμα ή μη και με οποιαδήποτε ιδιότητα ή σχέση σε οργανισμούς ή επιχειρήσεις οποιασδήποτε νομικής μορφής που ανήκουν εξ ολοκλήρου ή κατά την πλειοψηφία των μετοχών τους στο Κράτος, σε ΟΤΑ ή σε ΝΠΔΔ, των οποίων τη διοίκηση διορίζει εξ ολοκλήρου ή κατά πλειοψηφία το Κράτος ή οι ΟΤΑ ή τα ΝΠΔΔ.
Ο δικηγόρος ποινικολόγος Γιάννης Μπαρκαγιάννης διαθέτει ειδίκευση στο ποινικό δίκαιο, όπως και σε ανάλογες υποθέσεις που σχετίζονται με την Δωροδοκία – Δωροληψία στο Δημόσιο Τομέα.
Βιβλιογραφία
Μαργαρίτης, Μ. Μαργαρίτη Α. 2020. ΠΟΙΝΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ: Ερμηνεία-Εφαρμογή. Αθήνα: Π.Ν. ΣΑΚΚΟΥΛΑΣ. 4η έκδοση. σελ. 658 κ. επ.