fbpx

Συκοφαντική Δυσφήμηση (υπό το πρίσμα του Ν. 5090/2024)

Στον Ποινικό Κώδικα, συγκεκριμένα στο άρθρο 363 στοιχειοθετείται το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμησης, το οποίο έχει ως εξής:

«Όποιος με οποιονδήποτε τρόπο ενώπιον τρίτου ισχυρίζεται ή διαδίδει για κάποιον άλλον εν γνώσει του ψευδές γεγονός που μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψη του άλλου τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) μηνών και χρηματική ποινή και αν τελεί την πράξη δημόσια με οποιονδήποτε τρόπο ή μέσω του διαδικτύου, με φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών και χρηματική ποινή. Στην έννοια του τρίτου δεν περιλαμβάνονται δημόσιοι λειτουργοί ή υπάλληλοι που λαμβάνουν γνώση των ισχυρισμών για τα δυαδικά μέρη, κατά την ενάσκηση καθήκοντος στο πλαίσιο πολιτικής, ποινικής ή διοικητικής δίκης.»

Έπειτα, της τροποποίησης του Ποινικού Κώδικα με το Ν. 5090/2024, ο οποίος τέθηκε σε ισχύ από 01.05.2024, στη διάταξη του άρθρου 363 προστέθηκε το εδ. β, στο οποίο διευκρινίζεται πλέον ρητά ότι δημόσιοι λειτουργοί ή υπάλληλοι, κατά την ενάσκηση των καθηκόντων τους, στο πλαίσιο πολιτικής, ποινικής ή διοικητικής δίκης, εξαιρούνται από την έννοια του τρίτου.

Περαιτέρω, με τον ίδιο νόμο καταργήθηκε το άρθρο 362, το οποίο αφορούσε στο αδίκημα της απλής δυσφήμησης, με αποτέλεσμα τον περιορισμό του αξιόποινου χαρακτήρα του αδικήματος μόνο στον εν γνώση ισχυρισμό ή διάδοση του ψευδούς γεγονότος.

ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΥΠΟΣΤΑΣΗ

Αναφορικά με την αντικειμενική υπόσταση του ως άνω αδικήματος απαιτείται : α) ισχυρισμός ή διάδοση, β) ενώπιον τρίτου, γ) ψευδές γεγονός, δ) για κάποιον άλλον και ε) που μπορεί να βλάψει την τιμή και την υπόληψη του άλλου.

ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΥΠΟΣΤΑΣΗ

Αναφορικά με την υποκειμενική υπόσταση του ως άνω αδικήματος απαιτείται, δόλος α’ βαθμού – δόλος σκοπού, επομένως ο ενδεχόμενος δόλος δεν αρκεί (άρθρο 27 παρ. 1 και 2 ΠΚ). Η γνώση μετά βεβαιότητας ή η πιθανολόγηση της επέλευσης του αποτελέσματος δεν αρκεί, προσαπαιτείται η πράξη να κατατείνει στην επέλευση ορισμένου αποτελέσματος -βλάβη τιμής και υπόληψης – δηλαδή ο δράστης να επιδιώκει την συνέπεια της πράξης του (άρθρο 27 παρ. 2 εδ. 2 ΠΚ) και εξ αυτού του λόγου πρόκειται για αδίκημα υπερχειλούς υποκειμενικής υπόστασης. Ειδικότερα, ο δράστης απαιτείται να δρα ηθελημένα, έχοντας γνώση ότι ο ισχυρισμός ή η διάδοση αφορά ψευδές γεγονός, το οποίο είναι πρόσφορο να προκαλέσει βλάβη στην τιμή και την υπόληψη του άλλου. Αν ο δράστης γνώριζε ότι το γεγονός είναι αληθινό ή αν είχε αμφιβολίες για την αλήθεια τούτου τότε δεν δύναται να στοιχειοθετηθεί το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμησης.

ΔΟΜΗ και ΣΤΟΙΧΕΙΑ

α) Ως «ισχυρισμός» νοείται η ανακοίνωση που γίνεται με βάση την πεποίθηση ή γνώση του δράστη ή από μετάδοση από τρίτο πρόσωπο, ενώ «διάδοση» υπάρχει όταν ο δράστης μεταδίδει μια ανακοίνωση που έγινε από άλλον, χωρίς απαραίτητα να την υιοθετεί.

β) «Ενώπιον τρίτου» : ο ισχυρισμός ή η διάδοση απαιτείται να λάβει χώρα ενώπιον τρίτου προσώπου, διάφορο του παθόντος (άλλως θα πρόκειται περί εξύβριση), ενώ είναι αδιάφορο αν εκείνος, ενώπιον του οποίου έλαβε χώρα ο ισχυρισμός ή η διάδοση, γνώριζε το ανακοινωθέν ή αν είχε τη δυνατότητα να το πληροφορηθεί από άλλους.

Σημειώνεται ότι η έννοια του «τρίτου» έχει απασχολήσει τη νομολογία, αναφορικά με το ζήτημα αν συμπεριλαμβάνει τους εκπροσώπους της δικαστικής αρχής. Υπέρ της ερμηνευτικής εκδοχής έκρινε η ΟλΑΠ 3/2021 βασιζόμενη στην άποψη ότι η έννοια του «τρίτου» περιλαμβάνει κάθε κοινωνό (πρόσωπο ή αρχή), που μετέχει στην κοινωνική ζωή, πλην του παθόντος. Ωστόσο, με την τροποποίηση (Ν. 5090/2054) του Ποινικού Κώδικα και την προσθήκη του εδ. 2 στο άρθρο 363 θεσπίζεται η αντίθετη άποψη κάνοντας σαφή εξαίρεση των δημοσίων λειτουργών ή υπαλλήλων που λαμβάνουν γνώση των ισχυρισμών για τα δυαδικά μέρη, κατά την ενάσκηση καθήκοντος στο πλαίσιο πολιτικής, ποινικής ή διοικητικής δίκης, από την έννοια του «τρίτου». Για την επίτευξη της ως άνω εξαίρεσης έγινε χρήση του αόριστου όρου «δίκη», ο οποίος καταλαμβάνει κάθε στάδιο από την προδικασία μέχρι την αμετάκλητη απόφαση.

γ) Ως «γεγονός» θεωρείται κάθε περιστατικό, κατάσταση ή συμπεριφορά αναγόμενη στο παρελθόν ή το παρόν, που έχει εξωτερικευθεί και υποπίπτει στις αισθήσεις, αντίκειται στα ήθη και την ευπρέπεια και είναι δεκτικό αποδείξεως. Το «γεγονός» απαιτείται να είναι κατάλληλο, πρόσφορο δηλαδή προκειμένου να βλάψει την τιμή και την υπόληψη του φυσικού προσώπου. Η προσφορότητα αυτή σταθμίζεται με κριτήρια αντικειμενικά. Περαιτέρω, όπως έχει ήδη αναφερθεί απαιτείται το «γεγονός» να είναι «ψευδές», ήτοι δεν δύναται να στοιχειοθετηθεί το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμησης στην περίπτωση που ο δράστης πιστεύει ότι πρόκειται για αληθινό γεγονός ή έχει αμφιβολίες σχετικά με το αληθές αυτού.

δ) «Για κάποιον άλλο» : απαιτείται να είναι δυνατή η ταυτοποίηση του προσβαλλόμενου προσώπου με αντικειμενικά κριτήρια, είτε ονομαστικά, είτε με οποιονδήποτε χαρακτηρισμό ή άλλον τρόπο, δηλαδή ακόμη και εμμέσως [ΑΠ 6/1978 ΠοινΧρ ΚΗ’, 393].

ε) «Που μπορεί να βλάψει την τιμή και την υπόληψή του» : προστατευόμενο έννομο αγαθό συνιστά η τιμή και η υπόληψη του προσβαλλόμενου προσώπου. Ως «τιμή» νοείται η εκτίμηση που απολαμβάνει το άτομο στην κοινωνία, με βάση την ηθική αξία που έχει, συνέπεια εκπληρώσεως των ηθικών και νομικών κανόνων, ενώ ως «υπόληψη» νοείται η εκτίμηση που απολαμβάνει το άτομο στην κοινωνία με βάση την κοινωνική αξία του, συνέπεια των ιδιοτήτων και ικανοτήτων που έχει για την εκπλήρωση των ιδιαιτέρων κοινωνικών του έργων ή του επαγγέλματός του [ΑΠ 28/2017].

ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ

Το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμησης είναι κατ’ έγκληση διωκόμενο, απαιτείται δηλαδή προηγούμενη υποβολή έγκλησης από τον παθόντα. Σύμφωνα με το άρθρο 114 παρ. 1 ΠΚ, όταν για την κίνηση της ποινικής δίωξης κατά μίας έκνομης πράξης απαιτείται η υποβολή εγκλήσεως, έχουμε εξάλειψη του αξιοποίνου αυτής, εάν ο δικαιούχος δεν υποβάλλει την έγκληση εντός προθεσμίας τριών μηνών από την ημέρα που έλαβε γνώση για την πράξη που τελέστηκε σε βάρος του και για το πρόσωπο του δράστη ή για έναν από τους συμμετόχους.  Ως «γνώση» ορίζεται η πληροφόρηση του παθόντος κατά τρόπο πλήρη, σαφή και συγκεκριμένο περί των πραγματικών περιστατικών.

Η τρίμηνη προθεσμία είναι αποκλειστική. Για τον υπολογισμό της λαμβάνεται υπόψη και η ημέρα της γνώσεως, λήγει δε όταν παρέλθει η τελευταία ημέρα του τρίτου μήνα.

Βιβλιογραφία

  • Μαργαρίτης, Μ. Μαργαρίτη Α. 2020. ΠΟΙΝΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ: Ερμηνεία-Εφαρμογή. Αθήνα: Π.Ν. ΣΑΚΚΟΥΛΑΣ. 4η έκδοση. σελ. 2663 κ. επ.
  • Αριστοτέλης Χαραλαμπάκης, Ομ. Καθηγητής Νομικής Σχολής ΔΠΘ, Συνοπτική ερμηνεία Ποινικού Κώδικα – Μετά τις αλλαγές του Ν 5090/2024. Αθήνα: ΝΟΜΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ, 3η έκδοση, σελ. 404 κ. επ.

Σχετικά Άρθρα

Καλέστε μας