fbpx

Εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας και οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής

Το 19ο κεφάλαιο του Ειδικού Μέρους του Ποινικού Κώδικα (ΠΚ) τιτλοφορεί «Εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας και εγκλήματα οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής». Ο νέος ΠΚ (2019) εκλαμβάνει ως έγκλημα κατά της γενετήσιας ελευθερίας κάθε κάμψη της βούλησης του προσώπου στο πεδίο της γενετήσιας αυτοδιάθεσης η οποία αφορά στην εκ μέρους του διενέργεια ή ανοχή γενετήσιας πράξης. Δέχεται, μάλιστα, ότι το δικαίωμα αυτό δεν απεμπολείεται ποτέ ούτε αδρανεί έστω και προσωρινά και ως εκ τούτου είναι δυνατή από άποψη αδίκου η τέλεση των εν λόγω αδικημάτων κατά της γενετήσιας ελευθερίας ακόμη και όταν πρόκειται για πρόσωπα που τελούν σε διαπροσωπική ή ακόμα και νομική σχέση κατά τις οποίες οι γενετήσιες πράξεις είναι κοινωνικώς αναμενόμενες καθόσον η προς τούτο συναίνεση δεν μπορεί ποτέ να θεωρηθεί αμετάκλητη. Δηλωτικό των ως άνω είναι και το γεγονός ότι άδικο μπορεί να στοιχειοθετηθεί και στην περίπτωση οπότε και το πρόσωπο αποσύρει τη συναίνεσή του καίτοι έχει τελέσει τέτοιου είδους πράξεις όλως προσφάτως ή ακόμα κι όταν έχει αρχίσει ήδη να τελεί τέτοιες και στην πορεία αποσύρει τη συναίνεσή του (!!!).

Θα πρέπει να αναφερθεί ότι με την αναθεώρηση του ΠΚ επήλθαν ουσιώδεις αλλαγές και σε ότι αφορά στην προστασία της ανηλικότητας, καθώς κατά το παρελθόν η ανηλικότητα προστατευόταν σε συγκεκριμένες διατάξεις του κεφαλαίου ως αυτοτελές αγαθό και ως εκ τούτου σύμφωνα το παλαιό νομοθετικό πλαίσιο κατά τις περιπτώσεις που προσβάλλονταν εκτός από την ανηλικότητα και άλλο έννομο αγαθό να λειτουργούν οι κανόνες της συρροής. Ο αναθεωρητικός νομοθέτης (2019) θέτοντας στο επίκεντρο την προστασία της ανηλικότητας και αναδεικνύοντας την εξέχουσα σημασία αυτής προέβην στην προσθήκη αυτής σε όλες σχεδόν τις επιμέρους διατάξεις υπό τη μορφή της διακεκριμένης μορφής του εκάστοτε εγκλήματος, προκειμένου πλέον να μην τυγχάνουν σε εφαρμογή οι κανόνες περί συρροής. Σημειωτέο ότι ο όρος που δηλώνει την αξιόποινη κάμψη της βούλησης του παθόντος είναι αυτός του «εξαναγκασμού», με την ένταση του οποίου συνδέεται και η κλιμάκωση του αδίκου.

Ως προς το αδίκημα του βιασμού κατ’ α. 336 ΠΚ

«Όποιος με σωματική βία ή με απειλή σοβαρού και άμεσου κινδύνου ζωής ή σωματικής ακεραιότητας εξαναγκάζει άλλον σε επιχείρηση ή ανοχή γενετήσιας πράξης τιμωρείται με κάθειρξη τουλάχιστον δέκα (10) ετών.» (πλαίσιο ποινής 10 έως 15 έτη). Συνεπώς για τη στοιχειοθέτηση της αντικειμενικής υποστάσεως του αδικήματος, το οποίο είναι υπαλλακτικώς μικτό, αρκεί και ένας τρόπος τέλεσης, χωρίς να αποκλείεται φυσικά η συνύπαρξη και των δύο τρόπων εξαναγκασμού.

Απαιτείται δηλαδή: (α) ο εξαναγκασμός άλλου με σωματική βία ή απειλή σπουδαίου και άμεσου κινδύνου ζωής ή σωματικής ακεραιότητας (β) σε επιχείρηση ή ανοχή γενετήσιας πράξης.

Με τον όρο γενετήσια πράξη νοούνται πράξεις που προϋποθέτουν κάποιου είδους επαφή με τα γεννητικά όργανα (όπως πεολειχία, αιδοιολειξία, ετεροαυνανισμός). Ειδικότερα, αφορά πράξεις που ανάγονται στη γενετήσια σφαίρα και οι οποίες αντικειμενικώς προσβάλλουν το κοινό αίσθημα της αιδούς και των ηθών και υποκειμενικώς κατευθύνονται στη διέγερση ή ικανοποίηση της γενετήσιας ορμής και επιθυμίας του δράστη, ενώ διακρίνεται από τη συνουσία, η οποία συνίσταται στη συνένωση των γεννητικών μορίων.

Παράλληλα, στην §4 του α. 336 ΠΚ : «Όποιος, εκτός από την περίπτωση της παρ. 1, τελεί γενετήσια πράξη χωρίς τη συναίνεση του παθόντος, τιμωρείται με κάθειρξη έως δέκα (10) έτη», εισάγεται μια προνομιούχος παραλλαγή του βασικού εγκλήματος του βιασμού, στην οποία απειλείται ποινή καθείρξεως έως δέκα (10) έτη (πλαίσιο ποινής από 5 έως 10 έτη), της οποίας η ειδοποιός διαφορά συνίσταται στην περίπτωση όπου τελείται μεν το έγκλημα της §1 (βιασμός), με μέσα όμως που δεν προβλέπονται στην §1, ήτοι όταν τελείται και πάλι χωρίς τη συναίνεση του παθόντος με απειλή όμως που δεν συνιστά σοβαρό και άμεσο κίνδυνο κατά του εννόμου αγαθού της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας λ.χ. οικονομικός εκβιασμός ή απειλή εκ μέρους του δράστη ότι θα προβεί στη δημοσιοποίηση άσεμνων φωτογραφιών του θύματος.

Με την  πλέον πρόσφατη αναθεώρηση του ΠΚ, η οποία έλαβε χώρα το 2021, η § 3 διαμορφώθηκε ως εξής: «Αν η πράξη της παρ. 1 έγινε από δύο ή περισσότερους δράστες που ενεργούσαν από κοινού ή είχε ως συνέπεια τον θάνατο του παθόντος ή αν ο παθών είναι ανήλικος, επιβάλλεται ισόβια κάθειρξη.». Στην επιβαρυντική αυτή περίπτωση του βιασμού της §3 προστέθηκε η περίπτωση όπου ο παθών είναι ανήλικος, ήτοι ο μη συμπληρώσας το 18ο έτος της ηλικίας του, με απειλούμενη ποινή αυτή της ισόβιας κάθειρξης, έναντι της προϊσχύουσας με την οποία προβλέπονταν πρόσκαιρη κάθειρξη, ήτοι από 10 έως 15 έτη.

Σύμφωνα με το άρθρο 344 ΠΚ η ποινική δίωξη ασκείται αυτεπαγγέλτως, αλλά αν ο παθών δηλώσει ότι δεν επιθυμεί την ποινική δίωξη, ο εισαγγελέας μπορεί να απόσχει οριστικά από την ποινική δίωξη ή, αν αυτή έχει ασκηθεί, να εισαγάγει την υπόθεση στο αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο, το οποίο μπορεί να παύσει οριστικά την ποινική δίωξη. Εισάγεται έτσι ένας εξαιρετικός λόγος παύσης της ποινικής δίωξης που αποβλέπει στην προστασία του θύματος του βιασμού από το θόρυβο της ποινικής δίκης, ο οποίος μπορεί να πλήξει την κοινωνική του υπόληψη, αλλά και στην αποτροπή βλάβης της ψυχικής του υγείας, που μπορεί να προέλθει από την αφήγηση και αναπαράσταση των περιστατικών του βιασμού στο ακροατήριο.

Ως προς το αδίκημα της μαστροπείας κατ’ α. 349 ΠΚ

«1. Όποιος, για να εξυπηρετήσει την ακολασία άλλων, προάγει ή εξωθεί στην πορνεία ανήλικο ή υποθάλπει ή εξαναγκάζει ή διευκολύνει ή συμμετέχει στην πορνεία ανηλίκων, τιμωρείται με κάθειρξη έως δέκα (10) έτη και χρηματική ποινή (πλαίσιο ποινής 5 έως 10 έτη, για ανήλικα άνω των 15 ετών) .

  1. Με κάθειρξη (πλαίσιο ποινής 5 έως 15 έτη) και χρηματική ποινή τιμωρείται ο υπαίτιος αν το έγκλημα τελέστηκε: α) εναντίον προσώπου νεότερου των δεκαπέντε (15) ετών, β) με απατηλά μέσα, γ) από τον ανιόντα συγγενή εξ αίματος ή εξ αγχιστείας ή από θετό γονέα, σύζυγο, επίτροπο ή από άλλον στον οποίο έχουν εμπιστευθεί τον ανήλικο για ανατροφή, διδασκαλία επίβλεψη ή φύλαξη, έστω και προσωρινή, δ) από υπάλληλο ο οποίος κατά την άσκηση της υπηρεσίας του ή επωφελούμενος από την ιδιότητά του αυτή διαπράττει ή συμμετέχει με οποιονδήποτε τρόπο στην πράξη, ε) με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας, στ) με προσφορά ή υπόσχεση πληρωμής χρημάτων ή οποιουδήποτε άλλου ανταλλάγματος.».

Για την πλήρωση της αντικειμενικής υπόστασης του παρόντος απαιτείται προαγωγή ή εξώθηση ή στην πορνεία ανηλίκου ή υπόθαλψη ή εξαναγκασμός ή διευκόλυνση ή συμμετοχή στην πορνεία ανηλίκων. Στην μαστροπεία κατά ανηλίκου παθητικό υποκείμενο μπορεί να είναι μόνο ανήλικος. Ως προαγωγή στην πορνεία νοείται η παρακίνηση του παθόντος ανηλίκου που δεν έχει ακόμα πορνευθεί με οποιονδήποτε τρόπο να παρέχει κατά συνήθεια σαρκικές ηδονές σε αόριστο αριθμό προσώπων αντί χρημάτων ή άλλης αμοιβής. Ως εξώθηση στην πορνεία είναι η διέγερση αισθημάτων που διαφθείρουν την ηθική του ανηλίκου και προκαλούν πρόωρη ροπή τους προς την πορνεία, ενώ ως παρότρυνση νοείται η κατεύθυνση προς συγκεκριμένες πράξεις πορνείας. Τέλος, υπόθαλψη ή διευκόλυνση υπάρχει όταν δημιουργούνται με πράξη ή παράλειψη οι κατάλληλες συνθήκες για τη συνέχιση της εν λόγω κατάστασης.

Ως προς το αδίκημα της αποπλάνησης ανηλίκου κατ’ α. 339 ΠΚ

«1. Όποιος ενεργεί γενετήσια πράξη με πρόσωπο νεότερο των δεκαπέντε ετών ή το παραπλανά με αποτέλεσμα να ενεργήσει ή να υποστεί τέτοια πράξη τιμωρείται, αν δεν υπάρχει περίπτωση να τιμωρηθεί βαρύτερα με τα άρθρα 342 και 351Α, ως εξής: α) αν ο παθών δεν συμπλήρωσε τα δώδεκα (12) έτη, με κάθειρξη τουλάχιστον δέκα (10) ετών, β) αν ο παθών συμπλήρωσε τα δώδεκα (12) έτη, με κάθειρξη.». (πλαίσιο ποινής για παθόν ανήλικο i) κάτω των 12 ετών απειλείται κάθειρξη από 10 έως 15 έτη, ii) άνω των 12 ετών και έως 15 ετών απειλείται κάθειρξη από 5 έως 15 έτη).».

Με την αναθεώρηση του ΠΚ (2021) απελείφθην η πλημμεληματική μορφή του ως άνω αδικήματος, με το αδίκημα στη βασική του μορφή να τιμωρείται πλέον μόνο ως κακούργημα (!!!). Ενεργητικό υποκείμενο μπορεί να είναι άρρεν ή θήλυ, ομοίως και παθητικό, ακόμη και με προηγούμενη σεξουαλική εμπειρία διότι ο νόμος δεν απαιτεί το άμεμπτο των ηθών, κάτω των δεκαπέντε (15) ετών. Δεν είναι ανάγκη το παιδί να έχει συνείδηση των πραττομένων, λ.χ. όταν κοιμάται, ούτε να έχει συνείδηση της σημασίας της πράξης. Δράστης μπορεί να είναι και ανήλικος και στενός συγγενής. Για την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος ο δράστης πρέπει να ενεργεί ή να παραπλανά πρόσωπο που δεν συμπλήρωσε το δέκατο πέμπτο 15o έτος της ηλικίας του στο να ενεργήσει ή να υποστεί γενετήσιες πράξεις.

Μάλιστα, το εν λόγω αδίκημα μπορεί να τελεστεί με τρεις τρόπους, τα όρια των οποίων μπορούν στη συγκεκριμένη περίπτωση να επικαλύπτονται. Αρκεί δε και ένας εξ αυτών, είναι όμως δυνατό να συντρέχουν περισσότεροι. Ο πρώτος τρόπος τέλεσης αυτού του εγκλήματος συνίσταται στην ενέργεια γενετήσιας πράξης με πρόσωπο νεότερο των 15 ετών και αυτός ο τρόπος συντρέχει: (α) όταν ο δράστης τελεί γενετήσια πράξη επί του σώματος του ανηλίκου, (β) όταν ο δράστης οδηγεί τον ανήλικο στο να τελέσει επ’ αυτού γενετήσια πράξη και (γ) όταν ο δράστης προσφέρεται για να τελέσει επί του σώματός του γενετήσια πράξη ο ανήλικος. Ο δεύτερος και τρίτος τρόπος τέλεσης του εγκλήματος αυτού απαιτεί παραπλάνηση του ανηλίκου. Ως παραπλάνηση πρέπει να θεωρηθεί κάθε επίδραση επί της βουλήσεως του ανηλίκου, χωρίς την οποία αυτός δεν θα ελάμβανε την απόφαση να ενεργήσει την γενετήσια πράξη. Η έννοια συνεπώς της παραπλάνησης είναι ευρύτερη της έννοιας της δημιουργίας πλάνης. Έτσι υπάρχει παραπλάνηση όχι μόνο όταν ο δράστης με απατηλά μέσα, με τα οποία αποκρύπτεται ο γενετήσιος χαρακτήρας της πράξης, οδήγησε τον παθόντα στην ενέργεια αυτής, αλλά όταν τούτο επιταχύνεται με πειθώ, υποσχέσεις, δώρα ή άλλες παροχές, αλλά ακόμη και με απειλές ή με εκφοβισμό, ή και με κάθε άλλο μέσο, χωρίς να αποκρύπτεται ο γενετήσιος χαρακτήρας της πράξης. Δεν απαιτείται δηλαδή η πρόκληση πλάνης στον ανήλικο. Για να υπάρχει παραπλάνηση δεν απαιτείται περαιτέρω να υπήρξε κάποια εσωτερική αντίδραση του ανηλίκου έστω και ανεκδήλωτη η οποία να υπερνικήθηκε, αλλά αρκεί ότι ο δράστης προκάλεσε στον ανήλικο την απόφαση να ενεργήσει την γενετήσια πράξη. Παραπλάνηση επομένως υφίσταται και όταν ο ανήλικος εκδήλωσε πρώτος την επιθυμία τέλεσης της πράξης, εφόσον δεν είχε λάβει και τη σχετική απόφαση, η οποία λήφθηκε απ’ αυτόν κατόπιν της σύμφωνης στάσης του δράστη, διότι και στην περίπτωση αυτή ο δράστης επέδρασε με τη στάση του αυτή στον σχηματισμό της βούλησης του ανηλίκου. Ο δεύτερος τρόπος τέλεσης του εγκλήματος συνίσταται όταν η παραπλάνηση έχει ως αποτέλεσμα να ενεργήσει ο ανήλικος γενετήσια πράξη, είτε στον ίδιο τον εαυτό του, είτε σε κάποιον τρίτο, διότι εάν η γενετήσια πράξη τελείται με το δράστη έχουμε τον πρώτο τρόπο τελέσεως. Στην περίπτωση κατά την οποία ο τρίτος είναι ο παραπλανών, τότε πρόκειται περί του πρώτου τρόπου τέλεσης του εγκλήματος, αφού ο παραπλανών είναι τελικά αυτός που ενεργεί την γενετήσια πράξη με τον ανήλικο, ο οποίος πρέπει να προβαίνει στην ενέργεια που συνιστά τέτοια πράξη.

Διάκριση μεταξύ γενετήσιας πράξης και χειρονομίας γενετήσιου χαρακτήρα (α. 337 ΠΚ)

Κρίσιμο είναι εάν η υπό εξέταση πράξη συνιστά γενετήσια πράξη, με την έννοια όπως περιεγράφηκε ανωτέρω, ή χειρονομία γενετήσιου χαρακτήρα, ώστε να υπάρχει κρίση για το εάν στοιχειοθετείται το έγκλημα της γενετήσιας πράξης με ανήλικο κατ’ άρθ. 339 Π.Κ. ή αυτό της προσβολής της γενετήσιας αξιοπρέπειας κατ’ α. 337 ΠΚ, το οποίο έχει πλημμεληματικό χαρακτήρα. Σύμφωνα δε με την Αιτιολογική Έκθεση του νέου Ποινικού Κώδικα, ως «χειρονομίες γενετήσιου χαρακτήρα» νοούνται πράξεις ήσσονος βαρύτητας, οι οποίες όμως προσβάλλουν τη γενετήσια αξιοπρέπεια, όπως χειρονομίες ή θωπείες ή ψαύσεις του σώματος, που δεν εξικνούνται σε γενετήσια πράξη. Ο δε χαρακτηρισμός της πράξης, ως ασελγούς, εξαρτάται και από τις ειδικές περιστάσεις της, δηλαδή από τον τόπο, τον χρόνο και τον τρόπο της τέλεσής της, αλλά και από τις ιδιότητες των προσώπων, μεταξύ των οποίων αυτή τελέστηκε.

Σχετικά Άρθρα

Καλέστε μας